Το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων δεν πρέπει να ιδωθεί μόνο ως απελευθέρωση αμοιβών παροχής υπηρεσιών που αφορούν μια σειρά από επαγγελματίες. Ειδικά για το επάγγελμα του Μηχανικού η απελευθέρωση του δε σχετίζεται αποκλειστικά με την κατάργηση των καθοριζομένων από το Κράτος, ελάχιστων αμοιβών, αλλά κυρίως με την άρση της εναρμονισμένης πρακτικής που ακολουθεί το Τ.Ε.Ε
από το 2007 «με την καθιέρωση ενιαίου ηλεκτρονικού συστήματος υπολογισμού αμοιβών με ταυτόχρονο τριπλασιασμό τους και είσπραξης τους δια μέσου μόνο της Εθνική Τράπεζας», αξιοποιώντας προς τούτο το σκοπό, μια λεόντειο σύμβαση του 1956 «αποκλειστικής συνεργασίας του Ν.Π.Δ.Δ με την τράπεζα αυτή», σε βάρος των μηχανικών εν γένει.
Η αξιοποίηση αυτού ή άλλων προνομίων από το Τ.Ε.Ε έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό από την αγορά έργων και εργασιών μηχανικού, όλων εκείνων που δεν μπορούν να γίνουν μέλη του, παρότι έχουν πτυχία μηχανικού διαφόρων ειδικοτήτων.
Η ευθύνη της ελληνικής πολιτείας είναι τεράστια αφού διατηρεί εν ισχύ αναχρονιστικούς νόμους του 1930, 1934 και 1950 για την άσκηση των τεχνικών επαγγελμάτων και τούτο έχει ως αποτέλεσμα την απόδοση απεριόριστων δικαιωμάτων αποκλειστικού χαρακτήρα στους μηχανικούς πανεπιστημιακών σχολών ακόμη και σε αντικείμενα που δεν δικαιολογούνται από τις σπουδές τους και με αυτό τον τρόπο παρεμποδίζει μηχανικούς των Τ.Ε.Ι από την προσφορά ανάλογων υπηρεσιών προς τους πολίτες δημιουργώντας συνθήκες στρέβλωσης του ανταγωνισμού.
Η διατήρηση των επαγγελματικών φορέων των πτυχιούχων πανεπιστημίων ως Ν.Π.Δ.Δ με ανάλογη εξασφαλισμένη χρηματοδότηση και εξουσίες που τους έχει παραχωρήσει το κράτος, έχει ως αποτέλεσμα τα μέλη των εν λόγω Ν.Π.Δ.Δ να χρησιμοποιούν τους πόρους και τις εξουσίες όχι για την ορθολογική οργάνωση του επαγγέλματος τους, αλλά για τον αποκλεισμό από την αγορά εργασίας άλλων επαγγελματικών ομάδων συναφών ειδικοτήτων.
Την ίδια ώρα οι ανωτέρω φορείς μπλοκάρουν την ισότιμη συμμετοχή στην αγορά παροχής συναφών επαγγελματικών δραστηριοτήτων σε άλλους επαγγελματίες, εμποδίζουν την δημιουργία άλλων Επαγγελματικών Ενώσεων εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό συνθήκες μονοπωλίου ειδικότερα στην αγορά των τεχνικών και γεωτεχνικών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα αυτές οι υπηρεσίες να είναι ακριβές.
Ως εκ τούτου η διαδικασία κατάργησης των κλειστών επαγγελμάτων απαιτεί πλήρη απελευθέρωση από κάθε είδους προνόμια που είχαν θεσπιστεί με νόμους ή βασιλικά και χουντικά διατάγματα και όχι απλώς την κατάργηση της κατώτατης αμοιβής που αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου.
Στην χώρα μας οι ασκούντες τα λεγόμενα κλειστά επαγγέλματα, με προνομίες του ελληνικού κράτους, λειτουργούν ως κλασσικές συντεχνίες με ισχυρά προνόμια τέτοια ώστε το ίδιο επάγγελμα είναι αδύνατον να ασκηθεί από άλλους επαγγελματίες, οι οποίοι παρότι διαθέτουν τα ίδια τυπικά προσόντα δεν έχουν καμία δυνατότητα πρόσβασης στο επάγγελμα.
Η επικρατούσα αντίληψη πολλών, ότι το μοναδικό θέμα που συνιστά το κλειστό του επαγγέλματος του Μηχανικού, είναι το ζήτημα της εναρμονισμένης πρακτικής στις αμοιβές τους που έχει καθορίσει με νόμο το κράτος υπέρ μιας ομάδας μηχανικών, είναι λανθασμένη!
Όταν μιλούμε για τα κλειστά επαγγέλματα στην Ελλάδα πρωτίστως αναφερόμαστε σε πλήθος προνομίων που έχουν κατοχυρωθεί νομοθετικά υπέρ συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων, πριν την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε!
Η άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας, του Γεωπόνου, του Μηχανικού, του Αρχιτέκτονα, είναι αδύνατη όχι μόνο ως επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά ως απλή επαγγελματική, από κατηγορίες νεότερων πτυχιούχων με τα ίδια τυπικά προσόντα.
(Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ”Κόσμος του Επενδυτή” το Σάββατο 28 Αυγούστου)
Υποβολή απάντησης